April 20, 2022 1:53 pm

Ταραγμένα νερά: το φάσμα της ύφεσης στην ευρωζώνη αυξάνεται

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσε οξύ σοκ στην προσφορά στην ευρωζώνη, ώθησε τον ήδη υψηλό πληθωρισμό σε νέα υψηλά πολλών δεκαετιών και αύξησε τον κίνδυνο ύφεσης μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Πρώτον και κυριότερο, ο πόλεμος είναι μια ανθρωπιστική κρίση, την οποία γεωγραφικά θα πρέπει να επιλύσει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Έπειτα, η ανθρωπιστική κρίση προκάλεσε σοκ στις τιμές της ενέργειας στην ευρωζώνη, με τον επίμονο πληθωρισμό και την επιβράδυνση της ανάπτυξης να θέτουν σε κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού το μπλοκ των 27 εθνών. Στο πρώτο από τα δύο μέρη αυτής της ανάλυσης μακροοικονομικών προοπτικών, εξετάζουμε τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζει η οικονομία της ευρωζώνης.

Η κοινή γνώμη όσων αφορά την αγορά, έρχεται σε έντονη αντίθεση με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να παραμείνει στην πορεία της προς την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής με ευελιξία. Την περασμένη εβδομάδα (14 Απριλίου), η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια και ενίσχυσε τη δέσμευσή της να πραγματοποιεί καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων οποιονδήποτε μήνα κατά το τρίτο τρίμηνο. Η ΕΚΤ δήλωσε ότι ο χρονισμός των αυξήσεων των επιτοκίων θα επηρεαστεί από τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Ιουνίου και ότι οι αυξήσεις επιτοκίων έρχονται ανά πάσα στιγμή από εβδομάδες έως μήνες μετά την ολοκλήρωση των αγορών περιουσιακών στοιχείων.

Η ΕΚΤ προσπαθεί να δαμάσει τον αυξανόμενο πληθωρισμό χωρίς να καταστρέψει τη ζήτηση σε μια οικονομία που αποδυναμώνεται. Η κεντρική τράπεζα της Ευρώπης πιστεύει ότι η δυναμική του πληθωρισμού στην ευρωζώνη είναι διαφορετική από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, με τον βασικό πληθωρισμό πολύ χαμηλότερο –μόνο 3% στη ζώνη του ευρώ– που προσφέρει κάποια ελπίδα ότι ο πληθωρισμός μπορεί να υποχωρήσει πιο γρήγορα. Οι αγορές αναμένουν την πρώτη αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο. Η Capital Economics εκτιμά τρεις αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης αργότερα φέτος, ακολουθούμενες από άλλες πέντε το 2023. Το τείχος ανησυχίας της Ευρώπης αφορά οξείες προκλήσεις πέρα από τον έλεγχο των κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών. Οι προοπτικές για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, τον πληθωρισμό και τους μελλοντικούς δείκτες επιχειρηματικού και καταναλωτικού κλίματος υποδηλώνουν ότι ενδέχεται να υπάρχει περαιτέρω κίνδυνος.

Ο πληθωρισμός εκτινάσσεται υψηλότερα, καθώς η δυναμική του ΑΕΠ μειώνεται

Ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού στην ευρωζώνη εκτινάχθηκε σε τέταρτο συνεχόμενο υψηλό 7,5% τον Μάρτιο, πάνω από την πρόβλεψη του 6,6% σύμφωνα με την κοινή γνώμη της αγοράς και υψηλότερο από το 5,9% του Φεβρουαρίου, σύμφωνα με εκτίμηση της Eurostat (στα Αγγλικά). Οι αγορές εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ – που ξεπερνά πολύ τον ετήσιο στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) – δεν έχει κορυφωθεί ακόμη.

Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη του ΑΕΠ για την οικονομία της ευρωζώνης έχουν μειωθεί σε περίπου 2,9% το 2022, σύμφωνα με εκτιμήσεις της UBS σε επενδυτικό σημείωμα στις 30 Μαρτίου, αντανακλώντας μια ασθενέστερη βραχυπρόθεσμη προοπτική για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, προς το παρόν, η αγορά εργασίας δείχνει ανθεκτικότητα. Τον Φεβρουάριο, το ποσοστό ανεργίας στην ευρωζώνη μειώθηκε στο 6,8%, ένα ιστορικό χαμηλό, υποδεικνύοντας πόσο ισχυρά έχει ανακάμψει η αγορά εργασίας μετά την πανδημία. Η χαμηλή ανεργία δεν έχει ακόμη τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό των μισθών, αλλά ο κίνδυνος δευτερογενών επιπτώσεων του πληθωρισμού παραμένει.

Οι τιμές της ενέργειας, η κύρια αιτία του πληθωρισμού, εκτινάχθηκαν σε ετήσιο ρυθμό 44,7% τον Μάρτιο (Φεβρουάριος: 32,0%), λόγω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η ρωσική ενεργειακή εξάρτηση του μπλοκ επιδεινώνει το σοκ στις τιμές της ενέργειας. Η ζώνη του ευρώ εισάγει περίπου το 40 τοις εκατό του συνόλου του φυσικού αερίου και του άνθρακα και το ένα τέταρτο του αργού πετρελαίου από τη Ρωσία. Τα κράτη μέλη της ΕΕ βρίσκονται υπό πίεση να μειώσουν τη ρωσική ενεργειακή εξάρτηση, ενώ ταυτόχρονα διατρέχουν τον κίνδυνο η Ρωσία να αναστείλει τις προμήθειες ως αντίποινα για τις οικονομικές κυρώσεις. Ένα απότομο σοκ προσφοράς θα αντιπροσώπευε σημαντικό κίνδυνο για την οικονομία, ιδιαίτερα στη Γερμανία, που πλησιάζει περισσότερο σε τεχνική ύφεση μετά τη συρρίκνωση του ΑΕΠ -0,3% το τέταρτο τρίμηνο (στα Αγγλικά), καθώς η παραλλαγή Omicron επιβάρυνε τη ζήτηση. Πράγματι, η Γερμανία και η Αυστρία έχουν ήδη προετοιμαστεί για ενδέχομενη επιβολή δελτίου στην ενέργεια.

Πέρα από την ενέργεια: ελλείψεις τροφίμων, φθαρμένες αλυσίδες εφοδιασμού και Covid

Οι τιμές των τροφίμων έχουν επίσης αυξηθεί απότομα καθώς αυξάνεται το κόστος μεταφοράς και παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων τιμών των λιπασμάτων, που σχετίζονται εν μέρει με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για τις προμήθειες τροφίμων από το καλοκαίρι και μετά. Ο πόλεμος έχει επίσης μπλοκάρει τις βασικές διαδρομές των αλυσίδων εφοδιασμού, που ήδη κλυδωνίζονται λόγω του οξέος κύματος της Omicron στην Κίνα, το οποίο έχει κλείσει τη Σαγκάη, έναν σημαντικό παγκόσμιο κόμβο της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι επακόλουθες οικονομικές κυρώσεις, απέκοψαν αμέσως τις παγκόσμιες αγορές από τα τοπικά παραγόμενα λιπάσματα. Ως σημαντικοί παγκόσμιοι προμηθευτές, η απουσία ρωσικών και ουκρανικών λιπασμάτων αύξησε την ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης, οδηγώντας σε αστάθεια των τιμών και ανοδικές πιέσεις. Οι υψηλές τιμές ενέργειας μείωσαν επίσης την παραγωγή λιπασμάτων σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Τον περασμένο μήνα, η Yara, ο νορβηγικός παγκόσμιος παραγωγέας λιπασμάτων, μείωσε την παραγωγή στα ιταλικά και γαλλικά εργοστάσια της (στα Αγγλικά) ως απάντηση στην άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου. Αυτοί οι παράγοντες θα συμβάλουν τελικά στο αυξανόμενο κόστος των τροφίμων και τον κίνδυνο περιοδικών ελλείψεων εφοδιασμού. Ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων θα εμποδίσει την ανάκαμψη της ευρωζώνης μετά την πανδημία και μπορεί να απαιτήσει περαιτέρω μέτρα οικονομικής τόνωσης για την αποφυγή δυσμενών αποτελεσμάτων. Όλες αυτές οι πιέσεις θα διατηρήσουν τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Η ευρωζώνη θα επωμιστεί το ανθρωπιστικό βάρος του πολέμου

Ταυτόχρονα, η Ευρώπη παραμένει υπό την πανταχού παρούσα απειλή ενός νέου κύματος μόλυνσης από τον Covid-19 και της ανθρωπιστικής κρίσης που προκλήθηκε από τον πόλεμο. Η ζώνη του ευρώ είναι επίσης γεωγραφικά πιο επιβαρυμένη από την ανθρωπιστική κρίση. Σχεδόν πέντε εκατομμύρια πρόσφυγες έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία από τις 24 Φεβρουαρίου, αναζητώντας ασφάλεια σε γειτονικές χώρες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 2,7 εκατομμυρίων που ταξίδεψαν στην Πολωνία, σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (στα Αγγλικά). Σε μια περίοδο χαμηλής ανάπτυξης, η απορρόφηση μεταναστών σε αυτή την κλίμακα, θα δημιουργήσει σημαντικές απαιτήσεις στους προϋπολογισμούς της ΕΕ και πιθανώς θα απαιτήσει σημαντικές κρατικές συνεισφορές. «Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, τόσο υψηλότερο θα είναι το οικονομικό κόστος και τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να καταλήξουμε σε πιο δυσμενή σενάρια», δήλωσε η Lagarde στα τέλη Μαρτίου.

Δείκτες προσδοκώμενων μελλοντικών εξελίξεων

Οι δείκτες προσδοκώμενων μελλοντικών εξελίξεων οικονομικού κλίματος υποδηλώνουν ότι η εικόνα παρουσιάζει επιδείνωση. Ο δείκτης των διευθυντών αγορών (PMI) της ευρωζώνης για τη μεταποίηση, ένας δείκτης ενδεικτικός για την αύξηση των κερδών, υποχώρησε στο 54,5 το Μάρτιο, σύμφωνα με την S&P Global, η οποία τον παράγει. Η πτώση υποδηλώνει μείωση της δυναμικής της οικονομικής ανάπτυξης σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ κατά το δεύτερο τρίμηνο. Επίσης, οι οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου (π.χ. η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, η αύξηση του κόστους εισροών των εταιρειών και η επιδείνωση των υφιστάμενων ανισορροπιών προσφοράς και ζήτησης) θα αντισταθμίσουν την ώθηση της ζήτησης στο εμπόριο μετά το άνοιγμα κατόπιν της Omicron. Χωρίς την ενίσχυση της ζήτησης μετά την Omicron, τα δεδομένα θα ήταν πιθανώς χειρότερα. Στον μεταποιητικό τομέα, οι υψηλές τιμές ενέργειας και η μειωμένη πρόσβαση σε πρώτες ύλες και άλλα ανταλλακτικά, ανάγκασαν τους μεταποιητές να αυξήσουν τις τιμές με ρυθμό ρεκόρ για να αντισταθμίσουν τις πιέσεις στο περιθώριο κέρδους, σύμφωνα με τον PMI μεταποίησης της S&P Global για την ευρωζώνη. Ωστόσο, οι μεταποιητές αυξάνουν τις τιμές τους ταυτόχρονα με εξασθένιση της ζήτησης, με τις προοπτικές για εξαγωγική ζήτηση από οικονομίες εκτός ΕΕ να μειώνονται τον Μάρτιο. Η εξασθενημένη προοπτική ανάπτυξης του ΑΕΠ για τους εμπορικούς εταίρους της ευρωζώνης υποδηλώνει ασθενή ανάπτυξη των εξαγωγών κατά το υπόλοιπο του έτους, σύμφωνα με την Capital Economics. Ωστόσο, η ασθενέστερη εξαγωγική ζήτηση θα μπορούσε να αντισταθμιστεί εν μέρει από ένα ασθενέστερο ευρώ, ενώ οι εξαγωγές εντός της ευρωζώνης προβλέπεται ακόμη να αυξηθούν  φέτος, αν και αργά.

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος (ESI) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μειώθηκε στο 108,5 τον Μάρτιο, κάτω από την πρόβλεψη της κοινής γνώμης της αγοράς και σε χαμηλό 12 μηνών. Κατά τα άλλα, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη, όπως παρακολουθείται από τον δείκτη μελλοντικών προσδοκιών παραγωγής του PMI, υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 18 μηνών, ενώ τα αρχεία εκκρεμούς εργασίας, δείκτης μελλοντικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, αυξήθηκαν με τον χαμηλότερο ρυθμό εδώ και ένα χρόνο, σύμφωνα με την S&P Global (στα Αγγλικά).

Επίλογος

Μια ύφεση στην ευρωζώνη δεν είναι ένα τετελεσμένο γεγονός αλλά μια αυξανόμενη πιθανότητα. Οι σκοτεινότερες οικονομικές προοπτικές υποδηλώνουν ότι ο κύκλος εισροών έχει κορυφωθεί, με τις υποβαθμίσεις των εισροών να ακολουθούν, σηματοδοτώντας ότι η δυναμική ανάπτυξης θα χειροτερέψει περαιτέρω. Ταυτόχρονα, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα συνεχιστεί, αυξάνοντας την πιθανότητα στασιμοπληθωριστικού αποτελέσματος. Η Bank of America (BoA) προέβλεψε ότι ο PMI της ευρωζώνης θα «πέσει λίγο κάτω από το 50». Δύο πιθανοί καταλύτες για την οικονομία της ευρωζώνης θα μπορούσαν να αντιστρέψουν την πτωτική θέση, σύμφωνα με τον Sebastian Raedler, επικεφαλής της ευρωπαϊκής στρατηγικής μετοχών στην BoA. «Η πρώτη είναι μεγάλης κλίμακας χαλαρή δημοσιονομική πολιτική στην ΕΕ, αλλά όπως έχουμε δει, [η ΕΕ] είναι συνήθως πολύ αντιδραστική, η προορατική χαλαρή δημοσιονομική πολιτική στην ΕΕ θα ήταν ευχάριστη, αλλά δεν τη βλέπουμε ποτέ. Ο δεύτερος θετικός καταλύτης θα ήταν μια πολιτική οικονομικής τόνωσης στην Κίνα».

Στο δεύτερο μέρος αυτής της σειράς δύο άρθρων, θα εξετάσουμε τους στασιμοπληθωριστικούς κινδύνους για συγκεκριμένες οικονομίες της ευρωζώνης, εστιάζοντας στη Γερμανία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία.

Η ανάρτηση αυτή έγινε από τον/τηνJames Wallace

James Wallace is an editor, journalist, researcher and corporate writer on economics, geopolitics, finance, real estate, private equity, aviation, infrastructure and technology. He co-founded CoStar News in the UK in April 2011, and now works for multiple media organisations and corporations across writing, research, marketing/PR and consulting. He is an aspiring psychologist.

Ετικέτες: , , ,

(Δικαιώματα εικόνων: https://www.istockphoto.com/de/portfolio/martinwimmer)

Leave a Reply

επιστροφή

Debitos Newsletter

Subscribe now for the Debitos-Newsletter to stay up to date about all upcoming Highlights.

Sign up here