Προοπτικές αγορών ΜΕΔ: 200 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα επισφαλή δάνεια στη Νότια Ευρώπη τα επόμενα τρία χρόνια
Η αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) της Ευρώπης θα διχαστεί το 2022 μεταξύ των προγενέστερων εκθέσεων και εκείνων της εποχής του Covid. Τα προγενέστερα ΜΕΔ θα συνεχίσουν να μειώνονται φέτος με την απομόχλευση που ηγούνται οι ίδιες κορυφαίες ενεργές αγορές του 2021 – Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία. Ωστόσο, το 2022 θα διαφέρει από τα προηγούμενα έτη ως προς την εμφάνιση νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ), τα οποία έχουν προκύψει από την οικονομική αδυναμία της εποχής του Covid. Η doValue, εταιρεία εξυπηρέτησης δανείων, έχει προβλέψει (στα Αγγλικά) ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν έως και 87 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΑ στη Νότια Ευρώπη το 2022, ακολουθούμενα από 64 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023 και 46 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024. Αλλά τα νέα ΜΕΑ θα εξαπλωθούν ευρύτερα από τα παλαιά ΜΕΔ , με βασικούς μοχλούς τομείς δραστηριότητας και όχι αγορές. Οι καταλύτες περιλαμβάνουν (i) τη μείωση των δανειακών προβλέψεων από τις τράπεζες, (ii) τη λήξη των κυβερνητικών δημοσιονομικών προγραμμάτων τόνωσης και στήριξης της εποχής του Covid, των ελαστικών νομισματικών πολιτικών και προσωρινών νόμων και (iii) το τέλος της ανοχής των δανειστών.
Πολλές μεταβλητές θα επηρεάσουν την έκβαση σχετικά με νέα τραπεζικά ΜΕΑ σε όλη την Ευρώπη. Θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της πανδημίας (π.χ. την πιθανότητα νέων αναζωπυρούμενων κυμάτων μόλυνσης), την οικονομική ανάκαμψη (π.χ. πληθωρισμός, απασχόληση και προοπτικές ανάπτυξης του ΑΕΠ), τη συμπεριφορά ανθρώπων και κυβερνήσεων (π.χ. καταναλωτικές, επιχειρηματικές και κρατικές δαπάνες) και τις ιδιορρυθμίες μεμονωμένων τομέων (π.χ. τάσεις στα ταξίδια για τους τομείς της φιλοξενίας και των αερομεταφορών). Η αύξηση των μολύνσεων από την Omicron φαίνεται κοντά στην κορύφωσή της, γεγονός που θα μειώσει τους περιορισμούς κινητικότητας, το κλείσιμο των συνόρων και τις επιπτώσεις στην υγεία στις οικονομίες σε όλη την Ευρώπη. Οι αυξήσεις των μολύνσεων καταστέλλουν τη βιομηχανική και μεταποιητική παραγωγή, επιβραδύνοντας τον ρυθμό των επενδύσεων. Η εμφάνιση νέων παραλλαγών του ιού εγκυμονεί περαιτέρω αρνητικούς κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές.
Μακροοικονομία
Οι οικονομίες σε όλη την Ευρώπη παραμένουν εύθραυστες. Οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν διευρύνθει από τις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και την αύξηση του ενεργειακού κόστους καθώς και τις αυξήσεις των μισθών και των τιμών των τροφίμων. Αυτές οι δυνάμεις θα επιβαρύνουν την ήδη επιβραδυνόμενη ανάπτυξη και την αδυναμία στην αύξηση της πραγματικής κατανάλωσης το 2022. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε στα μέσα Δεκεμβρίου το τέλος των αγορών στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του Έκτακτου Προγράμματος Αγοράς Στοιχείων Ενεργητικού Λόγω Πανδημίας (PEPP). Ωστόσο, τα επιτόκια θα διατηρηθούν σε τρέχοντα ή χαμηλότερα επίπεδα έως ότου ο πληθωρισμός σταθεροποιηθεί στο 2% μεσοπρόθεσμα. Η ΕΚΤ αναφέρει ότι η ποιότητα του ενεργητικού των δανείων στο πλαίσιο προγραμμάτων δημόσιων εγγυήσεων και υπό μορατόριουμ είναι πηγή ανησυχίας, καθώς ένα αυξανόμενο μερίδιο αυτών των δανείων ταξινομείται στο στάδιο 2 ή ως ΜΕΔ.
Εν τω μεταξύ, η επιθετική στροφή από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προς αυστηρότερη νομισματική πολιτική θα διαδοθεί στις παγκόσμιες αγορές, ωθώντας το κόστος δανεισμού προς τα πάνω. Ως συνέπεια, τα χρέη κρατών και επιχειρήσεων θα αυξήθουν για τα επόμενα χρόνια. Είναι πιθανό μια πιο ελαστική νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη, σε σχέση με τις ΗΠΑ, να ενθαρρύνει μια φυγή κεφαλαίων προς το μπλοκ, η οποία θα μπορούσε να υποστηρίξει τη ζήτηση των επενδυτών ΜΕΔ.
Οι ευαίσθητοι στην πανδημία τομείς – όπως το λιανικό εμπόριο, η φιλοξενία και η αναψυχή, οι αερομεταφορές και ο τουρισμός – έχουν ήδη αρχίσει να δείχνουν σημάδια κόπωσης. Περαιτέρω διαταραχή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των ήδη αποδυναμωμένων επιχειρήσεων, αυξάνοντας τον πιστωτικό κίνδυνο και την επισφάλεια των τραπεζικών δανείων που εξασφαλίζονται από περιουσιακά στοιχεία ευαίσθητα στην πανδημία. Η συνεχιζόμενη επιδείνωση των συνθηκών της αγοράς θα ωθήσει τις τράπεζες να εξετάσουν εξονυχιστικά την ικανότητα των δανειοληπτών να πραγματοποιούν αποπληρωμές δανείων. Μπορεί επίσης να προκαλέσει αναπροσαρμογές της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και αύξηση των δεικτών ΜΕΔ των τραπεζών. Τελικά, οι αυξανόμενοι δείκτες ΜΕΔ είτε θα προκαλέσουν άνοδο στη δραστηριότητα των αγορών ΜΕΔ, είτε θα περιορίσουν τη χορήγηση νέων δανείων ή κάποιο συνδυασμό των δύο.
Στην προσέγγισή μας αυτή περί των προοπτικών της αγοράς, εξετάζουμε τι πρέπει να αναμένεται για τα προγενέστερα ΜΕΔ καθώς και τα νέα, στις κύριες Ευρωπαϊκές αγορές.
Ιταλία
Ο όγκος των ΜΕΔ στους ισολογισμούς των Ιταλικών τραπεζών βρίσκεται σε άνοδο. Μετά από επτά χρόνια συνεχούς τριμηνιαίας πτώσης των ΜΕΔ, με αποκορύφωμα το ιστορικό χαμηλό των 15,3 δισ. ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο, η τάση άρχισε να αντιστρέφεται. Τα καθαρά επισφαλή δάνεια αυξήθηκαν στα 17,6 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2021, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ιταλικών Τραπεζών (ABI) – στα Ιταλικά που δημοσιεύθηκαν τον Ιανουάριο, από 16,7 δισ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, που δημοσιεύθηκαν στα μέσα Φεβρουαρίου, αναμένεται να δείξουν συνέχεια της αντίστροφης τάσης. Στο αποκορύφωμά τους, τα καθαρά επισφαλή δάνεια της Ιταλίας έφτασαν τα 89 δισ. ευρώ το 2015, σύμφωνα με τα στοιχεία της Pricewaterhouse Coopers (PwC).
Οι καταλύτες για την ανάκαμψη των δεικτών ΜΕΔ στα τέλη του 2021 περιλάμβαναν κυβερνητικά μέτρα στήριξης της Ιταλικής οικονομίας από την εποχή του Covid, ιδίως δημόσιες εγγυήσεις (για τις τράπεζες) και μορατόριουμ για την αποπληρωμή του χρέους (για τις επιχειρήσεις), καθώς και τη διάρκεια της διακοπής στις ταμειακές ροές από την πανδημία. Μια περιορισμένη παράταση των μορατόριουμ έληξε στα τέλη του περασμένου έτους, εκθέτοντας περαιτέρω τις αποδυναμωμένες επιχειρήσεις στο βάρος της επανέναρξης των τόκων των χρεών τους.
Η επικρατούσα οπτική της αγοράς για τα νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) τους επόμενους 24-30 μήνες είναι περίπου στα €80 με €100 δις, σύμφωνα με στοιχεία της PwC (στα Αγγλικά). H doValue, Νοτιοευρωπαϊκός διαχειριστής απαιτήσεων, έχει προβλέψει περίπου 44 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΔ και έως και 90 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΔ τα επόμενα τρία χρόνια (στα Αγγλικά), εώς το τέλος του 2024. Τα ΜΕΔ θα οφείλονται στα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία. Επί του παρόντος, έως και 130.000 Ιταλικές εταιρείες κατέχουν δάνεια ταξινομημένα ως αβέβαιης είσπραξης (UtP). Αυτά τα ανοίγματα θα επιβαρύνουν τους ισολογισμούς των τραπεζών και θα ωθήσουν τη δραστηριότητα των ΜΕΔ καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η ροή των συναλλαγών θα υποστηριχθεί από την επανέναρξη των δικαστηρίων και των δικαστικών διαδικασιών, πυροδοτώντας ένα κύμα πτωχεύσεων και διαδικασιών αφερεγγυότητας. Η Ιταλική κυβέρνηση φέρεται να βρίσκεται σε συνομιλίες με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να εξασφαλίσει μια πολυετή παράταση του συστήματος κρατικών εγγυήσεων που υποστηρίζει την απομόχλευση τραπεζών πέραν της τρέχουσας προθεσμίας του Ιουνίου 2022, σύμφωνα με το Reuters (στα Αγγλικά). Το ποσοστό των δανείων κατηγοριοποίσης Σταδίου 2 στην Ιταλία ήταν 12,6% το τρίτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, από 13,4% το προηγούμενο τρίμηνο.
Το Efesto Credit Fund, το οποίο περιλαμβάνει εταιρικά UtP που που έχουν χορηγηθεί από Ιταλικές τράπεζες και διαχειρίζεται η Finint Investments, έχει αυξηθεί στα 710 εκατ. ευρώ (στα Ιταλικά), από 450 εκατ. ευρώ όταν ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2020. Το credit fund περιλαμβάνει πλέον UtP από εννέα τράπεζες, με εξασφάλιση από περισσότερες από 150 Ιταλικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε ακίνητα, κατασκευές, γεωργία, συσκευασία, ενέργεια και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας καθώς και τρόφιμα και ποτά. Η Italfondiario, θυγατρική της doValue, είναι η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων για το credit fund. Τον Δεκέμβριο, άλλα 80 εκατ. ευρώ σε δάνεια UtP μικρομεσαίων επιχειρήσεων μεταφέρθηκαν στο Illimity Credit & Corporate Turnaround Fund (στα Ιταλικά). Τα νέα δάνεια, που συνεισφέρουν οι υφιστάμενες και δύο νέες τράπεζες, αυξάνουν το σύνολο του κεφαλαίου σε 280 εκατ. ευρώ σε 40 εταιρείες από διάφορους κλάδους δραστηριότητας. Η Illimity Bank έχει αποκτήσει ένα χαρτοφυλάκιο δύο μερών, αμφισβητούμενων δανείων ύψους 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ (στα Ιταλικά) από την Apollo Global Management. Το πρώτο μέρος, αποτελούμενο από 546 εκατ. ευρώ σε δάνεια, αποκτήθηκε αποκλειστικά από την Illimity ενώ το δεύτερο, ύψους 1,2 δισ. ευρώ, θα αγοραστεί μέσω των senior notes σε μια νέα τιτλοποίηση, μαζί με τον μειωμένης εξασφάλισης ομολογιούχο, Apollo.
Στο δεύτερο μέρος της προσέγγισής μας αυτής περί των προοπτικών της αγοράς για τα ΜΕΑ, θα εξερευνήσουμε την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Γερμανία και την Αυστρία καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο.