Προοπτικές αγορών ΜΕΔ Μέρος ΙΙ: Η Ελλάδα και η Ισπανία θα μπορούσαν να δουν 43 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΑ το 2022
Η Ελλάδα και η Ισπανία θα μπορούσαν να δουν 43 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) το 2022, σύμφωνα με πρόβλεψη της doValue, της Νοτιοευρωπαϊκής εξειδικευμένης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων. Οι προβλέψεις (στα Αγγλικά), με βάση την ανάλυση της PwC, τις ετήσιες εκθέσεις των συστημικών τραπεζών και τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) για το τρίτο τρίμηνο του 2021, συνεπάγονται 116 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα και υφιστάμενα ΜΕΔ στην Ελλάδα και την Ισπανία τα επόμενα τρία χρόνια. Στο δεύτερο μέρος της προσέγγισής μας αυτής περί των προοπτικών των αγορών ΜΕΔ, εστιάζουμε στην Ελλάδα, την Ιβηρική χερσόνησο, τη Γερμανία και την Αυστρία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ελλάδα
Περισσότερα από 24 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα και υφιστάμενα ΜΕΑ αναμένονται σε Ελλάδα και Κύπρο τα επόμενα τρία χρόνια, σύμφωνα με τις προβλέψεις (στα Αγγλικά) της doValue. Αυτές περιλαμβάνουν 14 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΑ για την τριετία, συμπεριλαμβανομένων 5 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2022 και 2023 και 4 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2024. Η πραγματική συναλλακτική δραστηριότητα θα εξαρτάται από τα ποσοστά αθέτησης, την εξέλιξη της πανδημίας και την οικονομική ανάπτυξη, τη ζήτηση των επενδυτών καθώς και μεταβλητές σχετικές με συγκεκριμένους τομείς δραστηριότητας.
Προς το παρόν, υπάρχουν τουλάχιστον τρεις ζωντανές προσφορές. Η μεγαλύτερη είναι το Project Ariadne (στα Αγγλικά) της PQH, ύψους 5,2 δισεκατομμυρίων ευρώ, που αποτελείται από επιχειρηματικά, καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια, τα οποία εξασφαλίζονται κυρίως με ακίνητα, σύμφωνα με ξεχωριστή έκθεση (στα Αγγλικά). Επιπλέον, υπάρχει χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων sale and leasebacks ακινήτων ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, που χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Οικονομικών, και το ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ Frontier II της Εθνικής Τράπεζας, μια τιτλοποίηση στα πλαίσια του Σχεδίου «Ηρακλής», σύμφωνα με τα στοιχεία της doValue.
Συνολικά, οι τέσσερις συστημικές Ελληνικές τράπεζες – η Eurobank, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, η Alpha Bank και η Τράπεζα Πειραιώς – παραμένουν σε τροχιά επίτευξης δείκτη ΜΕΔ κάτω από 10% (στα Αγγλικά) έως το τέλος του 2022. Οι τέσσερις τράπεζες αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% της Ελληνικής αγοράς εμπορικού δανεισμού. Οι προοπτικές για το ΑΕΠ στην Ελλάδα προβλέπεται να αυξηθούν κατά 5% το 2022, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι ευνοϊκές προοπτικές, μαζί με την επέκταση του Σχεδίου «Ηρακλής», αναμένεται να υποστηρίξουν τη συνεχιζόμενη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών και την απομόχλευση. Εάν οι συστημικές τράπεζες της Ελλάδας επιτύχουν τους προαναφερθέντες στόχους ΜΕΔ το 2022, αυτό θα αφήσει ένα υπολειπόμενο απόθεμα ΜΕΔ της τάξεως των 16 έως 18 δισεκατομμυρίων ευρώ – από το ανώτατο όριο των 86,3 δισεκατομμυρίων ευρώ τον Μάρτιο του 2016. Οι μελλοντικές πωλήσεις ΜΕΔ θα προκύψουν μετά από μια μικρή καθυστέρηση, αποτέλεσμα της περσινής λήξης του μορατόριουμ για την αποπληρωμή των δανείων. Το ποσοστό των δανείων κατηγοριοποιημένων ως Σταδίου 2 στην Ελλάδα παρέμεινε σταθερό στο 13,3%, στο τρίτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με την ΕΑΤ.
Ωστόσο, υπάρχουν κίνδυνοι που ενδέχεται να επηρεάσουν την εξέλιξη των ΜΕΔ. Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποίησε ότι ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας στους ισολογισμούς των Ελληνικών τραπεζών ενδέχεται να μην είναι ξεκάθαρος μέχρι αργότερα μέσα στο έτος. Η λήξη της κρατικής στήριξης που σχετίζεται με την πανδημία, καθώς και η πιθανότητα περαιτέρω έξαρσης του ιού και οι επιπτώσεις του στην οικονομία, θα μπορούσαν να προκαλέσουν ένα νέο κύμα επισφαλών δανείων.
Η δευτερογενής αγορά ΜΕΔ της Ελλάδας αναμένεται να ανοίξει το 2022. Η πανδημία επιβράδυνε τα επιχειρηματικά σχέδια και τις δημοπρασίες περιουσιακών στοιχείων στα πλαίσια των πρωτογενών χαρτοφυλακίων ΜΕΔ. Δημιούργησε σωρεία καθυστερημένων προσφορών σχετικά με στοιχεία ενεργητικού και δανείων που αναμένεται να μεταπωληθούν σε νέους μακροπρόθεσμους επενδυτές τις επόμενες εβδομάδες και μήνες. Οι επιτυχείς συναλλαγές στη δευτερογενή αγορά κατά τη διάρκεια του έτους θα βελτιώσουν την ανάκτηση κεφαλαίων από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων και θα απελευθερώσουν δυναμικότητα.
Το θεσμικό ενδιαφέρον για ακίνητα στην Ελλάδα παραμένει υψηλό. Οι μεγάλες συναλλαγές ΜΕΔ μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για τη στήριξη της δευτερογενούς αγοράς και επίσης να εμπνεύσουν τους μακροπρόθεσμους επενδυτές να δημιουργήσουν πλατφόρμες διαχείρισης ακινήτων. Η δημιουργία πλατφορμών υποστηρίζει περαιτέρω τις μελλοντικές εξαγορές καθώς ωριμάζει η δευτερογενής αγορά. Οι επενδυτές επικεντρώνονται στον οικιστικό τομέα, με τη μακροπρόθεσμη ζήτηση να υποστηρίζεται από τις δημογραφικές τάσεις. Η αγορά γραφείων τραβάει επίσης την προσοχή των επενδυτών, καθώς η προσφορά κορυφαίων γραφείων σε κεντρικές επιχειρηματικές περιοχές παραμένει περιορισμένη.
Ισπανία
Η Ισπανική αγορά θα μπορούσε να δει έως και 38 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα ΜΕΔ το 2022, σύμφωνα με τις προβλέψεις (στα Αγγλικά) της doValue. Άλλα 29 δισεκατομμύρια ευρώ προβλέπονται για το 2023 και 26 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024. Αυτό θα ανεβάσει την τριετή πρόβλεψη, με βάση την ανάλυση της PwC, τις ετήσιες εκθέσεις των συστημικών τραπεζών και τα στοιχεία της ΕΑΤ για το τρίτο τρίμηνο του 2021, στα 92 δισεκατομμύρια ευρώ.
Υπάρχουν επί του παρόντος περίπου 285 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά σε ΜΕΔ στην Ισπανία, το οποίο μειώνεται σε 215 δισεκατομμύρια ευρώ, εάν εξαιρεθούν τα ΜΕΔ που ήδη διαχειρίζονται τα funds, αντικατοπτρίζοντας το δεύτερο υψηλότερο απόθεμα σε όλη την Ευρώπη, μετά την Ιταλία. Το απόθεμα ΜΕΔ της Ισπανίας, εξαιρουμένων εκείνων που διαχειρίζονται τα funds, θα συρρικνωθεί σε τουλάχιστον 2oo δισεκατομμύρια ευρώ το 2022, σύμφωνα με ανάλυση των Haya Real Estate, Tinsa και Oliver Wyman. Αυτά τα περιουσιακά στοιχεία διαρρέουν μέσω της κατακερματισμένης αγοράς εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων στην Ιβηρική χερσόνησο. Ο κλάδος εκτιμάται ότι διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 260 δισ. ευρώ. Πολλοί πιστεύουν ότι ο τομέας διαχείρισης απαιτήσεων είναι ώριμος για ενοποίηση. Το ποσοστό των δανείων κατηγοριοποιημένων ως Σταδίου 2 στην Ισπανία παρέμεινε σταθερό στο 7,3% το τρίτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με την ΕΑΤ.
Ο επαναδιορισμός των συμβάσεων διαχείρισης απαιτήσεων από τη Sareb θα είναι σημαντικός καταλύτης για τη δραστηριότητα της αγοράς. Οι υπάρχουσες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων λήγουν τον Ιούνιο του 2022. Η Ισπανική bad bank φέρεται να σκέφτεται να διορίσει εκ νέου δύο ή τρεις διαχειριστές απαιτήσεων από τη λίστα με τους πέντε επικρατέστερους: Haya Real Estate που ανήκει στην Cerberus, Altamira Asset Management της doValue, Anticipa/Aliseda της Blackstone; Hipoges της KKR, και Solvia της Intrum, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου (στα Ισπανικά). Οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων, θα μοιράσουν τη συνεχιζόμενη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της Sareb, αξίας 30 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με τα ίδια δημοσιεύματα του Τύπου, σε ακαθάριστη λογιστική αξία 55 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με την doValue.
Γερμανία και Αυστρία
Στη Γερμανία, θα μπορούσε να υπάρξει μια μέτρια αύξηση των νέων ΜΕΑ της εποχής του Covid που θα διατεθούν στην αγορά μέχρι την άνοιξη. Η δραστηριότητα αναμένεται να επικεντρωθεί στις πωλήσεις δανείων χωρίς εξασφαλίσεις, σε αντίθεση με τις τάσεις στην Ιταλία και την Ελλάδα, και στον τομέα του λιανικού εμπορίου, όπου τα προβληματικά δάνεια των Γερμανικών τραπεζών είναι πιο έντονα. Το μέγεθος των κεφαλαίων που περιμένουν προς διάθεση θα μπορούσε να βοηθήσει στον περιορισμό της διαφοράς προσφοράς-ζήτησης μεταξύ πωλητών και επενδυτών για να υποστηριχθεί το κλείσιμο συμφωνιών. Κατά τα άλλα, οι Αυστριακές τράπεζες αναμένεται να πουλήσουν διασυνοριακά ΜΕΔ της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) το 2022, συμπεριλαμβανομένων μη εξασφαλισμένων δανείων και REOs.
Η μείωση των μέτρων στήριξης της πανδημίας θα επιβαρύνει την οικονομική ανάκαμψη και τους ισολογισμούς των Γερμανικών εταιρειών, αλλά τα νέα ΜΕΑ θα περιοριστούν. Σε μια έρευνα σε 100 Γερμανικές τράπεζες (στα Γερμανικά), τέσσερις στους πέντε διευθυντές τραπεζών (84 τοις εκατό) αναμένουν ότι τα ΜΕΔ τους θα αυξηθούν, το ένα τρίτο (32 τοις εκατό) θέλει να πουλήσει ΜΕΔ μέσω μεμονωμένων συναλλαγών ενώ ένας στους πέντε (22 τοις εκατό) μέσω συναλλαγών χαρτοφυλακίου. Ωστόσο, ένας στους πέντε διευθυντές τραπεζών αναμένει ότι ο δείκτης ΜΕΔ θα αυξηθεί περισσότερο από 20%. Το ποσοστό των δανείων κατηγοριοποιημένων ως Σταδίου 2 στη Γερμανία παρέμεινε σταθερό στο 8,1% το τρίτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με την ΕΑΤ.
Η μειωμένη προστασία, που θεσπίστηκε λόγω πανδημίας, για τις επιχειρήσεις θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των πτωχεύσεων και των αθετήσεων των εταιρικών δανείων φέτος. Τις πρώτες εβδομάδες του έτους, οι κάτοχοι των επενδύσεων Schuldscheindarlehen (SSD), ιδιωτικών μη εξασφαλισμένων δανειακών συμβάσεων, έχουν προκαλέσει κάποια νευρικότητα. Υπήρξε μια αναταραχή με διερευνήσεις τιμών στη δευτερογενή αγορά για SDDs από εταιρείες αναψυχής και τουρισμού, ναυπηγεία και αυτοκινητοβιομηχανίες, λόγω ανησυχιών που σχετίζονται με την Omicron. Η διαφορά προσφοράς-ζήτησης στα SDD έχει μειωθεί σημαντικά από την έναρξη της πανδημίας πριν από δύο χρόνια, γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει αύξηση του όγκου συναλλαγών σε αυτόν τον υποτομέα φέτος.
Ηνωμένο Βασίλειο
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι δανειστές έχουν το βάρος δανείων σε αθέτηση και με καθυστέρηση πληρωμών σε τομείς που έχουν πληγεί σοβαρά από την πανδημία όντας ευαίσθητοι (π.χ. φιλοξενία, λιανικές πωλήσεις, αναψυχή και ξενοδοχεία). Οι παραιτήσεις από ρήτρες ανάληψης παρεπόμενων υποχρεώσεων (covenants) συμβάσεων και οι επεκτάσεις δανείων θα τελειώσουν φέτος, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει στη διάθεση ορισμένων καθυστερημένων προβληματικών δανείων στην αγορά φέτος, εάν το περιβάλλον συναλλαγών δεν βελτιωθεί επαρκώς για τις εταιρείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ενέκρινε δάνεια αξίας 80,43 δισεκατομμυρίων λιρών για τα διάφορα προγράμματα δανείων για τον κορωνοϊό. Μεταξύ 35 και 60% των δανειοληπτών αυτών, ενδέχεται να κινδυνεύουν να πτωχεύσουν, σύμφωνα με την έκθεση Οκτωβρίου 2020 του National Audit Office (NAO). Σε μια άλλη ανάλυση, το Office for Budget Responsibility (OBR) θεωρεί ότι έως και το 40% των δανειοληπτών του Bounce Back Loan Scheme (BBLS) θα μπορούσε να χρεοκοπήσει, οδηγώντας δυνητικά σε απώλειες έως και 33,7 δισεκατομμυρίων λιρών.