Στασιμοπληθωριστικός κίνδυνος: Εστιάζουμε στη Γερμανία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει εξαπολύσει ένα νέο αρνητικό σοκ σε ολόκληρη την ευρωζώνη πριν ολοκληρωθεί η ανάκαμψη από την πανδημία. Οι οικονομικές προοπτικές για τις οικονομίες σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ έχουν επιδεινωθεί, ο πληθωρισμός αυξήθηκε και μαζί με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας ενέχεται κίνδυνος για στασιμοπληθωρισμό. Ο αντίκτυπος μεταξύ των κρατών μελών και των τομέων δραστηριότητας αναμένεται να ποικίλλει αρκετά. Τελικά, ο στασιμοπληθωρισμός μειώνει τις επιχειρηματικές επενδύσεις και την ανάπτυξη θέσεων εργασίας, ενώ οι υψηλότερες τιμές καταστρέφουν τη ζήτηση, μειώνοντας περαιτέρω την ανάπτυξη. Αυτή η δυναμική κινδυνεύει να εμφανιστεί σε πολλές οικονομίες σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Σε αυτό το άρθρο, εξετάζουμε τις προοπτικές για επιλεγμένες οικονομίες της ευρωζώνης.
Γερμανία
Το επιταχυνόμενο ενεργειακό σοκ στη Γερμανία ώθησε τον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού στο 7,3% τον Μάρτιο (στα Αγγλικά), το υψηλότερο επίπεδό του από την επανένωση της Γερμανίας. Ο πληθωρισμός στην ενέργεια εκτινάχθηκε στο 39,5% τον Μάρτιο (Φεβρουάριος: 22,5%), ενώ ο πληθωρισμός του Μαρτίου ήταν πάνω από 200 μονάδες βάσης υψηλότερος από τον Φεβρουάριο και πάνω από την πρόβλεψη της κοινής γνώμης στο 6,7%. Οι έρευνες σχετικά με το μελλοντικό οικονομικό συναίσθημα του Απριλίου δείχνουν ότι οι εταιρείες αγωνίζονται κάτω από το βάρος των αυξανόμενων τιμών και των ελλείψεων προσφοράς. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,3% το τέταρτο τρίμηνο, καθώς η Omicron επιβάρυνε τη ζήτηση ενώ οι ελλείψεις τσιπ έχουν περιορίσει την παραγωγή αυτοκινήτων (στα Αγγλικά). Ο κίνδυνος μιας τεχνικής ύφεσης –και ενός σεναρίου στασιμοπληθωρισμού– είναι προφανής.
Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, η οποία εξαρτάται από τη Ρωσία για περισσότερο από το ήμισυ του φυσικού αερίου της, προσπαθεί να διακόψει σχεδόν όλες τις προμήθειες ρωσικού αργού μέχρι το τέλος του έτους. Εάν η Ρωσία αποφασίσει να μειώσει τις προμήθειες σε ευρωπαϊκές χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις λόγω του πολέμου, οι βιομηχανίες που εξαρτώνται από το φυσικό αέριο (π.χ. η αυτοκινητοβιομηχανία) θα αναγκαστούν να σταματήσουν την παραγωγή, αυξάνοντας περαιτέρω τον κίνδυνο ύφεσης. Η προοπτική της επιβολής δελτίου στην ενέργεια στην ευρωζώνη έχει ήδη ξεκινήσει στη Γερμανία και την Αυστρία, καθώς οι αξιωματούχοι σπεύδουν να αποφύγουν πιθανή διακοπή των παραδόσεων από τη Ρωσία (στα Αγγλικά) λόγω διαφωνιών σχετικά με τις πληρωμές.
Μια ομάδα οικονομολόγων που συμβουλεύουν τη γερμανική κυβέρνηση προειδοποίησε για «ουσιαστικό κίνδυνο» ύφεσης εάν διακοπούν οι ρωσικές εισαγωγές ενέργειας, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει τον πληθωρισμό έως και στο 9%, ανέφεραν οι Financial Times (στα Αγγλικά). Η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), το γερμανικό επιχειρηματικό λόμπι που εκπροσωπεί περισσότερες από 100.000 εγχώριες εταιρείες, προειδοποίησε ότι η διακοπή της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ «θα έθετε σε κίνδυνο την ενότητα και την ικανότητα της ΕΕ να ενεργεί τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά» (στα Αγγλικά). Η BDI συνέχισε: «Η έλλειψη ενεργειακού εφοδιασμού θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε διακοπές παραγωγής με ανυπολόγιστες συνέπειες για τις αλυσίδες εφοδιασμού, την απασχόληση, αλλά και την ικανότητα της χώρας μας να ενεργεί πολιτικά».
Το λόμπι προέτρεψε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να κινηθούν γρήγορα για τη δημιουργία νέων ενεργειακών συνεργασιών και την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ. Βραχυπρόθεσμα, οι αγορές αναμένουν περαιτέρω προγράμματα κρατικής στήριξης που θα περιορίσουν τις δυσμενείς επιπτώσεις του πολέμου, αλλά αυτά είναι απίθανο να είναι επαρκή για την αποφυγή του στασιμοπληθωρισμού. Για το υπόλοιπο του έτους, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω. Η ING προβλέπει τώρα το γερμανικό ετήσιο ΑΕΠ στο 1,4%, το οποίο θα καθυστερούσε την επιστροφή της οικονομίας στα προ πανδημίας επίπεδα μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.
Ιταλία
Οι συνέπειες του πολέμου θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στις προοπτικές ανάπτυξης της Ιταλίας, καθώς το υψηλότερο κόστος δανεισμού επιβαρύνει τα οικονομικά του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και θέτει κίνδυνο αναχρηματοδότησης για τις εταιρείες. Η εξάρτηση της Ιταλίας από τη ρωσική ενέργεια κινδυνεύει να δημιουργήσει νέα σημεία συμφόρησης σε τομείς όπως τα γεωργικά εμπορεύματα, και ευρύτερα στις οδούς της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αυτά τα προβλήματα μπορεί ταυτόχρονα να δημιουργήσουν ένα σοκ προσφοράς και μια υστέρηση της ζήτησης στην οικονομία.
Το ιταλικό ΑΕΠ υποχώρησε σε αρνητικά το πρώτο τρίμηνο, συρρικνωμένο κατά 0,5% σε τριμηνιαία βάση, σε σύγκριση με αύξηση 0,6% το προηγούμενο τρίμηνο, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία (στα Αγγλικά). Η πτώση αποδόθηκε στην αναζωπύρωση των νέων κρουσμάτων Covid στην αλλαγή του έτους, στην άνοδο των τιμών της ενέργειας λόγω του πολέμου, γεγονότα που προκάλεσαν άνοδο του ετήσιου πληθωρισμού του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) στο 6,5% τον Μάρτιο (στα Αγγλικά), αντιπροσωπεύοντας την πιο υψηλή τιμή από το 1990. Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός ήταν ακόμα κάτω από το 2%. Ο πληθωρισμός στην ενέργεια, αυξήθηκε κατά 59% σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, ενώ οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 5,8% σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
Σε ένα υποθετικό δυσμενές σενάριο της Τράπεζας της Ιταλίας, όπου η παροχή φυσικού αερίου από τη Ρωσία διακόπτεται και μόνο εν μέρει αντισταθμίζεται από άλλες πηγές, το ΑΕΠ θα μειωνόταν σχεδόν κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2022 και το 2023, ενώ ο πληθωρισμός θα ήταν κατά μέσο όρο λίγο κάτω από το 8%. Μπορεί να απαιτηθούν πιο ουσιαστικά μέτρα τόνωσης από την ιταλική κυβέρνηση ή την ΕΕ, αλλά ο πληθωρισμός θα αποδυναμώσει την αγοραστική δύναμη των νέων οικονομικών μέτρων. Εντός της ΕΕ, μια χαλαρότερη νομισματική πολιτική μπορεί επίσης να είναι πολιτικά δύσκολο να δικαιολογηθεί λόγω της Συνθήκης της ΕΕ περί απαγόρευσης της νομισματικής χρηματοδότησης. Οι αυξήσεις των επιτοκίων δεν μπορούν να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, ενώ το υψηλότερο κόστος δανεισμού θα αυξήσει τον κίνδυνο εταιρικής αναχρηματοδότησης.
Ελλάδα
Οι προοπτικές για την αύξηση του ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία το 2022 υποβαθμίστηκαν στο 3,8%, από την πρόβλεψη προ πολέμου του 4,8%, σύμφωνα με το νέο βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος. Η αναθεώρηση προς τα κάτω συγκρίνεται με 8,3% σε σχέση με πέρυσι. Σε αυτό το σενάριο, ο πληθωρισμός αναμένεται να επιταχυνθεί στο 5,2% το 2022. Στο δυσμενές σενάριο της κεντρικής τράπεζας, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται κατά 2,8% λόγω της εκτίναξης του πληθωρισμού που κορυφώνεται στο 7%. Η κεντρική τράπεζα της Ελλάδας αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα εκτονωθεί το 2023, υπό την προϋπόθεση ότι θα ομαλοποιηθούν τόσο οι αλυσίδες εφοδιασμού όσο και οι τιμές της ενέργειας.
Η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων και η επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ, θα αποδυναμώσουν τη δυναμική του δημόσιου χρέους και θα αντιστρέψουν την πρόσφατη πρόοδο στη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας. Η χαμηλότερη ανάπτυξη, ο αυξανόμενος πληθωρισμός και το υψηλότερο κόστος δανεισμού ενέχουν κινδύνους αναχρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και υπάρχει η προοπτική μιας νέας περιόδου μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) μετά την απόσυρση των μέτρων στήριξης. Σε αυτή τη φάση, περαιτέρω ελληνικά ΜΕΔ το 2022 αποτελούν αυξανόμενο κίνδυνο. Πολλά εξαρτώνται από τη διάρκεια και τη σοβαρότητα του πολέμου, τη διάρκεια των πιέσεων στον εφοδιασμό ενέργειας και τροφίμων, την τροχιά της πανδημίας, την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών και την ευθραυστότητα των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού. Οι ευαίσθητοι τομείς περιλαμβάνουν τη μεταποίηση, το λιανικό εμπόριο, τη φιλοξενία και τον τουρισμό.
Το απόθεμα των ΜΕΔ μειώθηκε το 2021 μέσω πωλήσεων δανείων ύψους 27,5 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων. Τα ΜΕΔ διαμορφώθηκαν σε 18,4 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2021, μειωμένα κατά 28,8 δισ. ευρώ από τα τέλη Δεκεμβρίου 2020. Αυτό οδήγησε σε βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών, μείωση του κόστους κινδύνου και διεύρυνση των περιθωρίων κέρδους. Ωστόσο, τα ελληνικά ΜΕΔ ως ποσοστό των συνολικών δανείων (12,8%) παραμένουν πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ στο 2,1%, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, με περίπου 39% των ΜΕΔ να υπόκεινται σε μέτρα ανοχής. Αντίθετα, υψηλό μερίδιο των δανείων υποκείμενων σε μέτρα ανοχής, υπέπεσε ξανά σε καθυστέρηση το πρώτο τρίμηνο. Το απόθεμα των ΜΕΔ παραμένει μία επιβάρυνση για την πραγματική οικονομία, ανέφερε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ισπανία
Ο πόλεμος έχει ανατρέψει την οικονομική ανάκαμψη της Ισπανίας από την πανδημία, προκαλώντας ένα σοβαρό οικονομικό σοκ που έχει μειώσει τις προοπτικές ανάπτυξης. Η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας έχει υπερδιπλασιάσει τις ετήσιες προβλέψεις για τον πληθωρισμό για το 2022, ενώ τα σχέδια για την αύξηση του ΑΕΠ έχουν μειωθεί. Οι τιμές καταναλωτή προβλέπεται να αυξηθούν κατά 7,5% το 2022, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ισπανίας (στα Αγγλικά), αυξημένες κατά 3,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τις προβλέψεις του Δεκεμβρίου, όπως μετράται από τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ). Το ισπανικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί (στα Αγγλικά) κατά 4,5% το 2022 και κατά 2,9% το 2023, μειωμένα κατά 0,9 και 1,0 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα.
Ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού αυξήθηκε στο 9,8% τον Μάρτιο, πάνω από δύο ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερος από τον Φεβρουάριο, και η πιο υψηλή τιμή από το 1985, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (INE) – [στα Αγγλικά]. Οι τιμές που σχετίζονται με τη στέγαση αυξήθηκαν κατά 33,1% σε ετήσια βάση έως τον Μάρτιο, λόγω του κόστους θέρμανσης και καυσίμων, ενώ οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 6,8%.
Η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας προειδοποίησε ότι ο αυξημένος πληθωρισμός μπορεί να συνεχιστεί, οι κυρώσεις στη Ρωσία μπορεί να επιδεινώσουν περαιτέρω τον όγκο του εξωτερικού εμπορίου, οι πιέσεις στην προσφορά επιδεινώνουν τις προοπτικές για την παγκόσμια ανάπτυξη, ενώ η αβεβαιότητα επιβαρύνει τις καταναλωτικές και επενδυτικές αποφάσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επιπλέον, οι εταιρείες δεν μετακυλίουν επί του παρόντος το αυξανόμενο κόστος των εισροών στην τιμή των προϊόντων και των υπηρεσιών. Αντίθετα, τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών μειώνονται. Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να ακολουθήσει, καθώς οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και οι εργαζόμενοι προσπαθούν να εξουδετερώσουν τον αντίκτυπο του ενεργειακού σοκ στα πραγματικά εισοδήματα, προκαλώντας δευτερογενείς επιπτώσεις στις τιμές και τους μισθούς. Οι πρόσθετοι κίνδυνοι για τις οικονομικές προοπτικές περιλαμβάνουν την ένταση των έμμεσων και δευτερογενών επιδράσεων στον πληθωρισμό, την εξέλιξη των συνθηκών χρηματοδότησης στο πλαίσιο της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, τη χορήγηση κονδυλίων της ΕΕ στα κράτη μέλη και την πορεία της πανδημίας.
Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, η τιμολόγηση των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης υποδηλώνει ότι οι τιμές της ενέργειας θα υποχωρήσουν, επιτρέποντας στον πληθωρισμό επίσης να υποχωρήσει, κάτι που δίνει κάποια ελπίδα ότι οι καταστροφικές επιπτώσεις του πληθωρισμού μπορεί να είναι προσωρινές σε κάποιο βαθμό. Ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να είμαστε σίγουροι σχετικά με οποιαδήποτε έκβαση. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ισπανίας, η επιστροφή της ισπανικής οικονομίας στα επίπεδα του ΑΕΠ πριν από την πανδημία τώρα αναμένεται στο τρίτο τρίμηνο του 2023.